Mέχρι κάποια ηλικία μας προσδιορίζουν περισσότερο οι άλλοι με τα προσωπικά τους κριτήρια, που έχουν συνήθως διαμορφώσει ζώντας σε μια κοινωνία. Αναγνωρίζουν σε μας χαρακτηριστικά που τα έχουν ξαναδεί. Και συμβαίνει, κάποιες φορές, η κοινωνία στην οποία ζούμε να είναι εξελιγμένη να έχει δηλαδή μεγάλη ποικιλία απόψεων και συμπεριφορών και να είναι ανοιχτή στο διάλογο.
Αυτό γίνεται γιατί μετά από σκέψη και πολλές δοκιμές, υιοθέτησε ακόμα και ετερόκλητα στοιχεία προκειμένου να διευκολύνει την ζωή των ανθρώπων της κι έτσι η ετερότητά μας προσδιορίζεται μέσα σε αρκετά ευρέα όρια.
Μια αναπτυγμένη κοινωνία αρέσκεται στο να περιλαμβάνει άτομα με ποικιλία χαρακτηριστικών, πάντα -βέβαια- μέσα στα πλαίσια του κατανοητού και του δίκαιου και προς το σύνολο, αλλά και προς την ατομικότητα του καθενός.
Όταν, όμως, η κοινωνία δεν έχει αποδεχτεί και κατεργαστεί την ποικιλομορφία των χαρακτηριστικών των ανθρώπων της, αντιδρά φοβικά, είτε περιθωριοποιώντας τους με απώτερο σκοπό να τους αδρανοποιήσει ή υποτιμώντας την οντότητά τους ώστε να μην γίνει ελκυστική για τους υπόλοιπους.
Η ανεκτική κοινωνία είναι συνήθως μια πλούσια κοινωνία. Αφήνει την γνώση να εξελιχθεί και να βλαστήσει, τις ικανότητες των μελών της να γίνουν πληρέστερες με συνέπεια να διευρύνονται οι πνευματικοί και οικονομικοί της ορίζοντες. Και η γνώση, το πνεύμα όπως και το χρήμα δεν είναι ωφέλιμο ούτε να φυλακίζονται, ούτε να παστώνονται. Είναι πολύ συναφές με τα ανωτέρω το “μωραίνει ο Θεός ον βούλεται απωλέσαι”, αν την μωρία την αντικαταστήσουμε με την στενοκεφαλιά.
Πότε, όμως, αρχίζει ο αυτοπροσδιορισμός μας; Μάλλον πολύ νωρίς, από την στιγμή που θα πούμε το πρώτο όχι. Δεν θέλω να κάνω αυτό που μου λέτε, δεν θέλω να είμαι αυτό που εσείς νομίζετε ότι είμαι. Κι αυτό λέγεται από την νηπιακή ηλικία, αλλά εκφράζεται με το κλάμα πολύ νωρίτερα. Γιατί το κλάμα μιλάει για την καταπάτηση αναγκών και του Εγώ του παιδιού που κλαίει και που είναι μεν μικρό, αλλά μωρό δεν είναι σίγουρα.
Μάλλον είναι καιρός τα παιδιά μας να μην τα λέμε μωρά, παρά μόνο τους εραστές μας. Κανένας μωρός δεν μπορεί να αντιληφθεί τον κόσμο γύρω του και να μάθει να μιλάει μέσα σε έναν -μόνο- χρόνο.
Κι από την στιγμή που αρχίζει η διελκυστίνδα ανάμεσα στον ετεροπροσδιορισμό και στον αυτοπροσδιορισμό συνεχίζεται εσαεί. Οι περισσότερες από τις εκδηλώσεις μας γάμοι, βαφτίσια, κηδείες με την προσέλευση συγγενών και φίλων, αποσκοπούν στο να κάνουν αποδεκτές τις αντιλήψεις μας και τα θέλω μας από τον περίγυρό μας.
Υπάρχει μεταξύ τους ισορροπία; μάλλον όχι, γιατί το εγώ και το εσείς σπάνια ισορροπούν. Συνήθως επικρατεί η μία πλευρά. Τείνουν να ισορροπήσουν κάπως όσο αυξάνεται η αυτογνωσία μας. Όταν αφουγκραστούμε για καιρό τον εαυτό μας και μπορέσουμε- κάποια στιγμή- να βγούμε από τα στενά προσωπικά μας πλαίσια και να τον δούμε σαν κομμάτι του συνόλου.
Μοιάζει με τον ηθοποιό που ύστερα από χρόνια εμπειρίας και περισυλλογής μπορεί να πράττει και να ελέγχει συγχρόνως τις πράξεις του στη σκηνή.
Προϋπόθεση, βέβαια, είναι να μην ζει κανείς σε μία αυταρχική κοινωνία. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι γόρδιοι δεσμοί που δημιουργούνται με τα χρόνια δεν λύνονται, παρά μόνο κόβονται. Γεγονός, επίσης, είναι ότι ένα υπέρμετρο Εγώ ταλαιπωρεί τους άλλους. Είναι αυτοί που όλα τα σφάζουν και όλα τα μαχαιρώνουν, που ξέρουν- χωρίς καμία συζήτηση- ποιο είναι το καλύτερο για όλους.
Υπάρχουν φυσικά και οι περιπτώσεις που η προσωπική μας εκτίμηση για το ποιοι είμαστε -σωματικά και πνευματικά- είναι τελείως αντίθετη με την περιρρέουσα πραγματικότητα, πράγμα που μας ταλαιπωρεί ιδιαίτερα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι πολύ δύσκολο να αλλάξει ουσιαστικά κάποια πλευρά, ακόμα κι αν γίνουν αλλαγές στην νομοθεσία. Είναι καταστάσεις που χρήζουν ιδιαίτερης μελέτης και προσοχής- μία προς μία- και πάντα με την συμβολή ειδικών.
Comentários